Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Μπου!



Μεταμφιέσεις.
Πειράγματα - Κεράσματα.
Ακρότητες και πάει η νύχτα,
και πάει κι αυτός ο μήνας.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18

Υδατοφράχτες - Ο Τζωρτζ κι εγώ αποθανατιζόμαστε - Γουόλινγκφορντ - Ντορτσεστερ - Άμπινγκτον - Ένας άνθρωπος της οικογένειας - Ένα κατάλληλο σημείο για να πνιγεί κανείς - Ένα δύσκολο κομμάτι του ποταμού - Η επίδραση του ποταμίσιου αέρα στα νεύρα.

Αφήσαμε το Στρήτλει νωρίς το άλλο πρωί, τραβήξαμε κουπί μέχρι το Κάλαμ και κοιμηθήκαμε κάτω από την τέντα στον εκεί παραπόταμο. Το ποτάμι δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ανάμεσα στο Στρήτλει και το Γουόλινγκφορντ. Από το Κληβ προχωράς κάπου εξίμησι μίλια ευθεία χωρίς να συναντήσεις ούτε έναν υδατοφράχτη. Νομίζω ότι αυτή είναι η μεγαλύτερη συνεχής ευθεία σε όλη την πορεία του ποταμιού από το Τέντινγκτον και πάνω και τα μέλη της Λέσχης της Οξφόρδης το χρησιμοποιούν για να δοκιμάζουν τους οκτακώπους τους.

Όσο ικανοποιητική και να είναι η απουσία υδατοφράχτη για τους κωπηλάτες, τόσο στεναχωρεί τον απλό κυνηγό απολαύσεων.

Προσωπικά μου αρέσουν πολύ οι υδατοφράχτες. Σπάνε ευχάριστα τη μονοτονία της κωπηλασίας. Μ' αρέσει να κάθομαι στη βάρκα και να σηκώνομαι αργά από τα κρύα βάθη ψηλά σ' ένα καινούριο ίσιο κομμάτι του ποταμού και σε μια καινούρια θέα ή αντίθετα να βυθίζομαι μακριά από τον κόσμο και μετά να περιμένω ενώ τρίζουν σκοτεινές πύλες και η στενή λωρίδα ήλιου ανάμεσά τους φαρδαίνει μέχρι που το όμορφο, χαμογελαστό ποτάμι απλώνεται μπροστά σου σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια και σπρώχνεις τη μικρή σου βάρκα από τη στιγμιαία της φυλακή για μια ακόμη φορά στα αφιλόξενα νερά.

Είναι πολύ γραφικά μέρη αυτοί οι υδατοφράχτες. Ο χοντρός γέρο-φύλακας του υδατοφράχτη ή η χαρούμενη γυναίκα του ή η κόρη του με τα φωτεινά μάτια είναι πολύ ευχάριστοι άνθρωποι κι έτσι μπορείς να πεις μια κουβέντα περιμένοντας να περάσεις* (*ή μάλλον ήταν. η Εταιρεία Συντήρησης πρόσφατα φαίνεται να έχει καταντήσει Εταιρεία Επαγγελματικής Αποκατάστασης Ηλιθίων. Πολλοί από τους φύλακες που προσέλαβε πρόσφατα για τους υδατοφράχτες, ειδικά στα πιο πολυσύχναστα τμήματα του ποταμιού, είναι κάτι δύστροποι, νευρικοί γέροι, εντελώς ακατάλληλοι γι αυτή τη θέση.) συναντάς άλλες βάρκες εκεί και ανταλλάσσετε κουτσομπολιά του ποταμιού. Ο Τάμεσης δεν θα ήταν τόσο παραμυθένιος χωρίς τους λουλουδιασμένους του υδατοφράχτες

Μιλώντας για υδατοφράχτες, θυμήθηκα ένα ατύχημα που παρ ολίγο να πάθουμε ο Τζωρτζ κι εγώ ένα καλοκαιριάτικο πρωινό στο Χάμπτον Κορτ.

Η μέρα ήταν θαυμάσια και ο υδατοφράχτης ήταν πήχτρα στον κόσμο' και, όπως συμβαίνει συχνά στο ποτάμι, κάποιος πλανόδιος φωτογράφος μας έπαιρνε όλους φωτογραφία, καθώς περιμέναμε στα νερά που ανέβαιναν.

Στην αρχή δεν αντελήφθην τι ακριβώς συνέβαινε και κατά συνέπεια εξεπλάγην τρομερά βλέποντας το Τζωρτζ να διορθώνει βιαστικά το παντελόνι του, να στρώνει τα μαλλιά του και να φοράει το κασκέτο του με μάλλον μόρτικο τρόπο, γερμένο προς τα πίσω και μετά, παίρνοντας έκφραση θλιμμένης προσήνειας, να κάθεται με χαριτωμένο τρόπο, προσπαθώντας να κρύψει τις πατούσες του.

Η πρώτη μου εντύπωση ήταν ότι είχε δει ξαφνικά κάποιο γνωστό του κορίτσι και γύρισα να δω ποιο ήταν. Όλοι όσοι βρίσκονταν στο υδατοφράχτη έμοιαζαν κεραυνόπληκτοι. Κάθονταν ή στέκονταν στις πιο γραφικές και περίεργες στάσεις που έχω δει ποτέ μου σε γιαπωνέζικη βεντάλια. Όλες οι κοπέλες χαμογελούσαν. Αχ, τι γλυκές που έδειχναν! Και όλοι οι άντρες ήταν συνοφρυωμένοι και έδειχναν σοβαροί και αριστοκρατικοί.

Και μετά, τελικά, πήρα χαμπάρι τι συνέβαινε και αναρωτήθηκα αν θα προλάβαινα. Η βάρκα μας ήταν η πρώτη στη σειρά και σκέφτηκα πως θα ήταν μεγάλη αγένεια εκ μέρους μου να χαλάσω τη φωτογραφία του ανθρώπου.

Έτσι λοιπόν γύρισα βιαστικά και πήρα θέση στην πλώρη, όπου ακούμπησα με χαριτωμένη ανεμελιά στο καμάκι, σε μια στάση που υποδήλωνε ευλυγυσία και δύναμη. Τακτοποίησα τα μαλλιά μου κατεβάζοντας μια μπούκλα στο μέτωπο και πήρα μια έκφραση τρυφερής μελαγχολίας, ανακατεμένης με λίγο κυνισμό, όπως μου έχουν πει ότι μου ταιριάζει.

Έτσι που καθόμασταν, περιμένοντας τη φωτογραφία, κάποιος από πίσω φώναξε:

"Ε! Κοίτα τη μύτη σου"

Δεν μπορούσα να στρίψω να δω τι συνέβαινε και σε ποιον ανήκει η μύτη που έπρεπε να κοιταχτεί. Έριξα μια κλεφτή ματιά στη μύτη του Τζωρτζ. Μια χαρά ήταν -ή τουλάχιστον δεν είχε τίποτα που να έπαιρνε διόρθωμα. Αλληθώρισα για να δω τη δική μου και μου φάνηκε ότι ντο ίδιο ίσχυε και με αυτή.

"Κοίτα τη μύτη σου, ανόητε!" ακούστηκε η ίδια φωνή, μόνο πιο δυνατή.

Και μετά μια άλλη φωνή φώναξε:

"Βγάλτε τη μύτη σας, επιτέλους -εσείς, με το σκύλο!"

Ούτε ο Τζωρτζ ούτε εγώ τολμήσαμε να γυρίσουμε να κοιτάξουμε. Το χέρι του ανθρώπου ήταν στο κλείστρο και μπορεί να τράβαγε τη φωτογραφία από στιγμή σε στιγμή. Εμάς φωνάζανε ακόμα άραγε; Τι έτρεχε με τη μύτη μας; Γιατί έπρεπε να τη βγάλουμε;

Τώρα όμως όλος ο υδατοφράχτης είχε αρχίσει να ουρλιάζει και μια στεντόρια φωνή από πίσω μας φώναξε:

"Προσέξτε τη βάρκα σας, κύριοι! Εσείς με τα κοκκινόμαυρα κασκέτα. Αν δεν κάνετε γρήγορα, στη φωτογραφία θα βγουν τα πτώματά σας".

Τότε κοιτάξαμε και είδαμε ότι η μύτη της βάρκας μας είχε σφηνωθεί κάτω από το πλέγμα του υδατοφράχτη, ενώ το νερό που έμπαινε ανέβαινε γύρω μας και μας σήκωνε. Ένα λεπτό ακόμη και όλα θα είχαν τελειώσει. Γρήγοροι σαν αστραπή, πιάσαμε ένα κουπί ο καθένας και χτυπώντας δυνατά τα πλάγια του υδατοφράχτη με τις λαβές, ελευθερώσαμε τη βάρκα και πέσαμε ανάσκελα.

Δεν βγήκαμε καλά σ' εκείνη τη φωτογραφία, ο Τζωρτζ κι εγώ. Φυσικά, όπως ήταν αναμενόμενο, η τύχη μας αποφάσισε να βγάλει ο φωτογράφος την καταραμένη τη μηχανή του σε κίνηση τη στιγμή ακριβώς που ήμασταν πεσμένοι ανάσκελα με απορημένη έκφραση στα πρόσωπά μας που έλεγε, " Πού βρίσκομαι; Και τί τρέχει; " και τα πόδια μας να χτυπάνε στον αέρα απεγνωσμένα.

Τα πόδια μας ήταν ασφαλώς το πρώτο θέμα εκείνης της φωτογραφίας. Πολύ λίγα πράγματα διακρινονταν εκτός από αυτά. Γέμιζαν εντελώς το προσκήνιο. Πίσω τους διέκρινες λίγο τις υπόλοιπες βάρκες και κομμάτια από το γύρω τοπίο' αλλά όλοι και όλα στον υδατοφράχτη φάνταζαν εντελώς ασήμαντα και μηδαμινά συγκριτικά με τα πόδια μας και όλοι οι άλλοι ένιωσαν προσβεβλημένοι και αρνήθηκαν να παραγγείλουν τη φωτογραφία.

Ο ιδιοκτήτης μια ατμακάτου που είχε παραγγείλει έξι αντίτυπα ακύρωσε την παραγγελία μόλις είδε το αρνητικό. Είπε ότι θα τις έπαιρνε αν μπορούσε κάποιος να του δείξει πού ήταν η ατμάκατός του, αλλά κανείς δεν  μπορούσε. Ήταν κάπου πίσω από τη δεξιά πατούσα του Τζωρτζ.

Πολλά δυσάρεστα διαδραματίστηκαν γύρω από αυτό το θέμα. Ο φωτογράφος είπε ότι έπρεπε να πάρουμε από μια ντουζίνα αντίγραφα ο καθένας αφού καταλαμβάναμε τα εννέα δέκατα της φωτογραφίας, αλλά αρνηθήκαμε. Είπαμε ότι δεν είχαμε αντίρρηση να φωτογραφηθούμε ολόσωμοι, θα προτιμούσαμε όμως να μας παίρνανε με το κεφάλι επάνω κι τα πόδια κάτω.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

πλιτς πλιτς

ας το πάρει το ποτάμι!!
λοιπόν, το λάθος ήταν στην αρχή.
έγραφε τη λέξη Διάβασμα που είναι μια ακριβής μετάφραση του Reading
μα  εδώ παραείναι ακριβής αφού το κεφάλαιο μιλάει για την τοποθεσία
και καμιά σχέση με αναγνώσματα!!

και μια ωραία φωτό.

κάάτι θα σκεφτώ για να ξεφορτωθώ αυτό το βιβλίο που το έχω για χάρισμα...
το ξεφορτωθώ είναι χαριτολόγημα.
το βιβλίο αν και είναι μυστικός ο τίτλος του, είναι όντως πολύ ενδιαφέρον.

ματς μουτς

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

χο χο


ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ.

Βρείτε το λάθος στην προηγούμενη ανάρτηση και κερδίστε δώρο ένα βιβλίο.
ΥΓ. το λάθος που έχω βρει κι εγώ.
αν βρείτε άλλα, δεν ξέρω τίποτε!!

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16

Διάβασμα - Μας ρυμουλκεί μια ατμάκατος - Ενοχλητική συμπεριφορά των μικρών βαρκών - Πώς μπερδεύονται στον δρόμο των ατμακάτων - ο Τζωρτζ και ο Χάρις φυγοπονούν και πάλι - μια μάλλον χιλιοειπωμένη ιστορία - το Στρήτλει και το Γκόρινγκ.

Είδαμε το Ρήντινγκ κατά τις 11. Το ποτάμι εδώ είναι βρώμικο και ζοφερό. Κανείς δεν χρονοτριβεί κοντά στο Ρήντινγκ. Η ίδια η πόλη είναι ένα πασίγνωστο παλιό μέρος, που χρονολογείται από τις σκοτεινές μέρες του βασιλιά Εθελρεντ, όταν οι Δανοί αγκυροβόλησαν τα πλοία τους στα Κένετ και με ορμητήριο το Ρήντινγκ άρχισαν να λεηλατούν όλη την περιοχή του Γουέσεξ' κι εδώ ο Έθελρεντ και ο αδελφός του ο Αλφρέδος του πολέμησαν και τους νίκησαν, ο Έθελρεντ κάνοντας προσευχές και ο Αλφρέδος δίνοντας τις μάχες.

Τις μεταγενέστερες εποχές, το Ρήντιγκ φαίνεται να θεωρήθηκε ένα βολικό μέρος για να καταφεύγει κανείς κάθε φορά που η κατάσταση στο Λονδίνο γινόταν δυσάρεστη. Το κοινοβούλιο έτρεχε σύσσωμο στο Ρήντινγκ όποτε έπεφτε πανούκλα του Ουεστμίνστερ' και το 1625 ακολούθησε και ο Νόμος, και όλα τα δικαστήρια συνεδρίαζαν στο Ρήντινκ.Θα πρέπει να άξιζε τον κόπο να υφίσταται κανείς κάθε τόσο μια απλή πανούκλα στο Λονδίνο προκειμένου να ξεφορτώνεται ταυτόχρονα όλους τους δικηγόρους και όλους τους βουλευτές.
 
Στη διάρκεια του κοινοβουλευτικού αγώνα το Ρήντινγκ είχε πολιορκηθεί από τον κόμη του Έσσεξ και εικοσι πέντε χρόνια αργότερα ο πρίγκιπας της Οράγγης κατηύθυνε εκεί τα στρατεύματά του βασιλιά Ιακώβου.

Ο Ερρίκος Α' είναι θαμμένος στο Ρήντινγκ, στο αβαείο των βενεδεκτίνων που ο ίδιος ίδρυσε εκεί και τα ερείπια του οποίου διακρίνονται ακόμα' στο ίδιο αβαείο, ο μέγας Ιωάννης ο Ισχνός παντρεύτηκε τη λαίδη Μπλανς.

Στον υδατοφράχτη του Ρήντινγκ συναντήσαμε μία ατμάκατο που ανήκε σε κάποιους φίλους μου και μας ρυμούλκησαν μέχρι ένα μίλι περίπου πριν από το Στρητλει. Είναι υπέροχη αίσθηση να σε ρυμουλκεί ατμάκατος. Προσωπικά το προτιμώ από την κωπηλασία. Η διαδρομή θα ήταν ακόμα πιο απολαυστική αν δεν υπήρχαν ένα σωρό κακόμοιρα μικρά βαρκάκια που συνεχώς μπερδεύονταν στην πορεία της ατμακάτου μας και για να αποφύγουμε να τα εμβολίσουμε αναγκαζόμασταν συνεχώς να κόβουμε ταχύτητα και να σταματάμε. Είναι πραγματικά πολύ ενοχλητικός ο τρόπος με τον οποίο αυτές οι βαρκούλες κόβουν το δρόμο της ατμακάτου σου κόντρα στο ρεύμα' κάτι πρέπει να γίνει για να σταματήσει αυτό το κακό.

Και είναι και θρασύτατες, οι αναθεατισμένες! Δε πα' να σφυράς μέχρι να σου σκάσει το καζάνι, αυτές δεν κάνουν τον κόπο να επιταχύνουν. Αν ήταν στο χέρι μου, θα εμβόλιζα μια δυο κάθε τοσο, έτσι για να μάθουν να φέρονται.

Το ποταμι γίνεται πολύ όμορφο λίγο μετά το Ρήντονγκ. Ο σιδηρόδρομος το χαλάει κάπως κοντά στο Τάιλχερστ, αλλά από το Μειπλναραμ μέχρι το Στρητλει είναι θεσπέσιο. Λίγο πάνω από τον υδατοφράχτη του Μειπλντάραμ περνάς μπροστά από τον Οίκο των Χάρντγουικ, όπου ο Κάρολος Α' έπαιζε μπόουλινγκ επί χόρτου. Η περιοχή του Πάνγκμπορν, όπου βρίσκεται το γραφικό μικρό πανδοχείο Κύκνος πρέπει να είναι τόσο οικεία στους θαμώνες των εκθέσεων ζωγραφικής, όσο και στους ίδιους της τους κατοίκους.

Η ατμάκατος των φίλων μου μας έλυσε λίγο πριν από το σπήλαιο και τότε ο Χάρις αποφάνθηκε ότη ήταν η σειρά μου να τραβήξω κουπί. Αυτό μου φάνηκε εντελώς παράλογο. Το πρωί είχαμε κανονίσει να φέρω τη βάρκα τρία μίλια πάνω από το Ρήντινγκ. Και τώρα βρισκόμασταν δέκα μίλια πάνω από το Ρήντινγκ! Ασφαλώς και ήταν η δική τους σειρά.

Ωστόσο δεν μπόρεσα να πείσω ούτε τον Τζωρτζ ούτε τον Χάρις να δουν το θέμα από τη σκοπιά μου' και επειδή βαριόμουνα να κάθομαι να επιχειρηματολογώ, έπιασα τα κουπιά. Δεν είχαν περάσει πάνω από ένα δυο λεπτά, όταν ο Τζωρτζ πρόσεξε κάτι μαύρο να πλέει στο νερό και τραβήξαμε προς τα εκεί. Μόλις πλησιάσαμε, Ο ΤΖζωρτζ έσκυψε πάνω από την κουπαστή και το έπιασε. Και μετά τραβήχτηκε απότομα φωνάζοντας, άσπρος σαν το πανί.

Ήταν το νεκρό σώμα μιας γυναίκας. Έπλεε ανάλαφρα πάνω στο νερό και το πρόσωπό της ήταν γλυκό και ήρεμο' δεν ήταν όμορφο πρόσωπο' έδειχνε πρόωρα γερασμένο, αδύνατο και τραβηγμένο ώστε να μην μπορείς να το πεις όμορφο' αλλά ήταν τόσο ευγενικό, συμπαθητικό πρόσωπο, παρά τα εμφανή σημάδια της στεναχώριας και της φτώχειας, και τώρα είχε εκείνη τη γαλήνια έκφραση που παίρνουν μερικές φορές τα πρόσωπα των αρρώστων όταν επιτέλους απαλλάσσονται από τον πόνο.

Ευτυχώς για μας - γιατί δεν είχαμε καμιά διάθεση να σερνόμαστε σε νεκροτομεία - κάποιοι απο την όχθη είχαν δει κι εκείνοι το πτώμα και το ανέλαβαν αυτοί.

Αργότερα μάθαμε την ιστορία της γυναίκας. Φυσικά επρόκειτο για την παμπάλαιη, κοινότατη τραγωδία. Είχε αγαπήσει και εξαπατήθει - ή εξαπατήσει τον εαυτό της. Πάντως είχε αμαρτήσει - μερικοί από μας το κάνουμε από καιρού εις καιρόν -  και η οικογένεια και οι φίλοι της, σοκαρισμένοι και αγανακτισμένοι ως φυσικόν, της είχαν κλείσει την πόρτα στα μούτρα.

Αναγκασμένη να παλέψει μόνη της με τον κόσμο και με την ντροπή να τη βαραίνει, είχε κατρακυλήσει όλο και πιο χαμηλά. Για λίγο καιρό, συντηρούσε τον εαυτό της και το παιδί της με τα δώδεκα σελίνια την εβδομάδα που της εξασφάλιζαν δώδεκα ώρες σκληρού μόχθου, πληρώνοντας έξι σελίνια από αυτά για το παιδί και κρατώντας την ψυχή της με τα υπόλοιπα.

Έξι σελίνια την εβδομάδα δεν κρατάνε πολύ γερά την ψυχή σου στο σώμα. Εκδηλώνει ζωηρές τάσεις αυτομόλησης όταν την κρατά μόνο ένας τόσος χαλαρός δεσμός' και κάποια μέρα, φαντάζομαι, τα βάσανα και η μονοτονία της ζωής της φανερώθηκαν ολοκάθαρα μπροστά στα μάτια της και η εικόνα τους την είχε τρομάξει. Είχε καταφύγει για τελευταία φορά στους φίλους της, αλλά η φωνή της αποπλανημένης και απόβλητης της κοινωνίας δεν κατάφερε να διαπεράσει τον παγωμένο τοίχο της ευπρέπειάς τους. Και μετά είχε πάει να δει το παιδί της - το είχε κρατήσει στην αγκαλιά της, το  και βαριεστημένα και χωρίς να εκδηλώσει την παραμικρή συγκίνηση το είχε αφήσει, αφού του είχε βάλει στο χέρι μια φτηνή σοκολάτα που του είχε αγοράσει και μετά, με τα τελευταία της σελίνια, είχε πάρει ένα εισιτήριο και είχε κατέβει στο  Γκόρινγκ.

Φαίνεται ότι οι πιο πικρές σκέψεις της ζωής της θα πρέπει να είχα επίκεντρο τις δασωμένες περιοχές και τα φωτεινά πράσινα λιβάδια γύρω από το Γκορινγκ' αλλά οι γυναίκες παραδόξως συνηθίζουν ν' αγκαλιάζουν το μαχαίρι που τις χτυπάει και ίσως, μέσα στην πίκρα, μπορεί να είχαν ανακατευτεί και κάποιες ηλιόλουστες μνήμες, από γλυκύτερες ώρες που είχε περάσει σ' εκείνα τα βαθύσκιωτα δάση, πάνω από τα οποία τα μεγάλα δέντρα σκύβουν τόσο χαμηλά τα κλαδιά τους.

Είχε περιπλανηθεί στα δάση δίπλα στο ποτάμι όλη μέρα και μετά, όταν βράδιασε και το γκρίζο δειλινό άπλωσε το σκούρο του πέπλο πάνω από τα νερά, άπλωσε κι εκείνη τα χέρια στο ήσυχο ποτάμι που είχε γνωρίσει τη θλίψη και τη χαρά της. Και το γέρικο ποτάμι την πήρε στην ευγενική του αγκαλιά, την άφησε να ακουμπήσει το κουρασμένο της κεφάλι στο στήθος του και της έσβησε τον πόνο.

Μ' αυτόν τον τρόπο είχα αμαρτήσει παντοιοτρόπως: και στη ζωή και στον θάνατο. Ο Θεός να τη λυπηθεί! Και όλους τους αμαρτωλούς, αν υπάρχουν και άλλοι.

Το Γκόρινγκ στην αριστερή όχθη και το Στρήτηλει στη δεξιά είναι και τα δύο πολύ όμορφα μέρη για να μείνει κανείς για λίγες μέρες. Το ποτέμι απλώνεται ίσια μέχρι το Πάνγκμπορν και σε καλεί για μια ηλιόλουστη ιστιοδρομία ή για μια βαρκάδα στο φεγγαρόφωτο. Η έξοχή ολόγυρα είναι πανέορφη. Σκοπεύαμε να τραβήξουμε μέχρι το Γουόλινγκφορντ εκείνη τη μέρα, αλλά το γλυκό, χαμεγελαστό πρόσωπο του ποταμιού εδώ μας έπεισε να καθυστερήσουμε λιγάκι' έτσι λοιπόν αφήσαμε τη βάρκα μας στη γέφυρα, ανεβήκαμε μέχρι το Στρήτλει και γευματίσαμε στον Ταύρο, προς μεγάλη ικανοποίηση του Μονμόρενσυ.

Λένε ότι οι λόφοι και στις δυο πλευρές του ποταμιού κάποτε ενώνονταν σ αυτό το σημείο και σχημάτιζαν ένα φράγμα κατά πλάτος του σημερινού Τάμεση και ότι εκείνη την εποχή το ποτάμι κατέληγε εδώ, πάνω από το Γκόρινγκ σε μια μεγάλη λίμνη. Δεν είμαι σε θέση ούτε να διαψεύσω ούτε να επιβεβαιώσω αυτό το γεγονός, απλώς το αναφέρω.

Το Στρήτηλει είναι πολύ παλιό' χρονολογείται, όπως οι πιο παλιές παραποτάμιες πόλεις και χωριά, από την εποχή των Βρετανών και των Σαξόνων. Αν με έβαζαν να διαλέξω, θα έλεγα ότι το Γκόρινγκ δεν είναι τόσο όμορφο για να σταματήσεις όσο το Στρήτλει' αλλά έχει κι αυτό τη χάρη του και είναι και πιο κοντά στο τραίνο, σε περίπτωση που θες να το σκάσεις χωρίς να πληρώσεις το λογαριασμό του πανδοχείου. 

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

συνοπτικά σήμερα


για να δούμε και τι μας ξημερώνει!

καληνύχτες, μάκια.

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Η ιστιοπλοία είναι επίσης κάτι θέλει και γνώση και πρακτική εξάσκηση - αν και, ως παιδί, δεν είχα την ίδια γνώμη. Τότε νόμιζα ότι το σώμα προσαρμοζόταν φυσικά σ' αυτή, όπως σε άλλα αθλήματα. Ήξερα άλλο ένα αγόρι που συμμεριζόταν την άποψή μου κι έτσι, μια μέρα που φυσούσε, σκεφτήκαμε να δοκιμάσουμε το σπορ. Είχαμε κατέβει στο Γιάρμουθ και αποφασίσαμε να ανεβούμε τον Γέαρ με πανί. Νοικιάσαμε μια βάρκα με πανί από τη μάντρα δίπλα στη γέφυρα και ξεκινήσαμε.

"Έχει αρκετό καιρό" μας είπε ο άνθρωπος την ώρα που ξεκινούσαμε. "Καλύτερα να πάρετε μια μούδα και να ορτσάρετε μόλις βγείτε από τον κάβο".

Είπαμε ότι θα το σημειώναμε και τον αφήσαμε μ' ένα χαρούμενο "Καλήμέρα", ενώ από μέσα μας αναρωτιόμασταν πώς ορτσάρει κανείς και από πού παίρνει μια μούδα, και έτσι και την πάρει τί ακριβώς την κάνει.

Τραβήξαμε κουπί μέχρι που δεν φαινόμασταν πια από την πόλη και μετά, με μια μεγάλη, υδάτινη έκταση μπροστά μας και τον άνεμο να την διασχίζει εγκαρσίως με ταχύτητα αληθινής θύελλας, αισθανθήκαμε ότι είοχε έρθει η ώρα να ξεκινήσουμε το εγχείρημα.

Ο Έκρτωρ-αυτό νομίζω ότι ήταν το όνομά του- συνέχισε να τραβάει κουπί, ενώ εγώ ξετύλιγα το πανί,. Έμιαζε μπερδεμένη δουλειά, αλλά τελικά την ολοκλήρωσα και μετά ανέκυψε το ερώτημα, ποια ήταν η πάνω άκρη;

Ακολουθώντας το ένστικτό μας, αποφασίσαμε, φυσικά, ότι η κάτω άκρη ήταν η πάνω και στρωθήκαμε στη δουλειά για να στερεώσουμε το πανί ανάποδα. Αλλά πέρασε πολλή ώρα πριν καταφέρουμε να το σηώσουμε, είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση. Η εντύπωση που αποκόμισε το πανί θα πρέπει να ήταν ότι παίζαμε υτην κηδεία, όπου εγώ έκανα το πτώμα κι εκείνο το σάβανο.

Όταν ανακάλυψε ότι δεν ήταν αυτό που είχα υπόψη μου, με χτύπησε στο κεφάλι με τη ματσα και αρνήθηκε να κάνει το παραμικρό.

"Βρέξ' το" είπε ο Έκτωρ' "ρίξ' το στο νερό και βρέξ' το".

Είπε ότι οι άνθρωποι στα πλοία πάντα έβρεχαν τα πανιά πριν τα ανεβάσουν. Έτσι λοιπόν τα έβρεξα' αυτό όμως απλώς χειροτέρεψε τα πράγματα. Ένα στεγνό πανί που κολλάει στα πόδια σου και τυλίγεται γύρω από το κεφάλι σου δεν είναι και πολύ ευχάριστη εμπειρία, αλλά όταν το πανί στάζει νερά, η κατάσταση γίνεται πολύ ενοχλητική.

Καταφέραμε τελικά να το σηκώσουμε το ρημάδι, οι δυο μαζί. Το στερεώσαμε, όχι ακριβώς τα πάνω κάτω - μάλλον στο πλάι έδειχνε- και το δεέσαμε στο κατάρτι με το παλαμάρι που το κόψαμε επί τούτου γι' αυτή τη δουλειά.

Το ότι η βάρκα δεν ανατράπηκε το μνημονεύω απλώς ως γεγονός. Είμαι ανίκανος να βρω οποιαδήποτε εξήγηση γι'αυτό. 'Εκτοτε έχω σκεφτεί συχνά το ζήτημα και ποτέ δεν κατάφερα να βρω κάποια ικανοποιητική ερμηνεία για το φαινόμενο.

Ίσως, το αποτέλεσμα να προκλήθηκε από το φυσικό πείσμα που διακρίνει όλα τα πράγματα στον κόσμο τούτο. Η βάρκα μπορεί να είχε καταλήξει στο συμπέρασμα, κρίνοντας τη συμπεριφορά μας επιφανειακά, ότι είχαμε βγει για μια πρωινή αυτοκτονία και να είχε αποφασίσει να μας απογοητεύσει. Αυτή είναι η μόνη υπόθεση που μπορώ να κάνω.

Πιασμένοι απεγνωσμένα από την κουπαστή, ίσα που καταφέραμε να μείνουμε πάνω στη βάρκα, αλλά ήταν πολύ εξαντλητικό. Ο Έκτωρ είπε ότι οι πειρατές και άλλοι έμπειροι ναυτικοί γενικά έδεναν το πηδάλιο με κάτι άλλο και μάζευαν το μισό φλόκο στις σοβαρές καταιγίδες, και σκέφτηκε ότι θα έπρεπε να προσπαθήσουμε να κάνουμε κι εμείς κάτι ανάλογο' αλλά εγώ υποστήριξα να αφήσουμε τη βάρκα να αυτοσχεδιάσει με τον άνεμο.

Καθώς η δική μου συμβουλή ήτανπολύ ευκολότερη στην εφαρμογή της, τελιά την υιοθετήσαμε και προσπαθήσαμε να κρατηθούμε από την κουπαστή και να αφήσουμε το σκάφος να κάνει του κεφαλιού του.

Η βάρκα πήγε κόντρα στο ρεύμα για ένα μίλι περίπου, με μια ταχύτητα που έκτοτε ποτέ μου δεν έχω πετύχει σε ιστιοδρομία και ούτε θέλω να την ξαναπετύχω. Σε μια στροφή δε, έγειρε τόσο πολύ, που το μισό της πανί μπήκε στο νερό. Μετά ξανασηκώθηκε σαν από θαύμα και κατεθύνθηκε ολοταχώς προς μια μακριά, χαμηλή όχθη με μαλακιά λάσπη.

Αυτή η λασπώδης όχθη ήταν που μας έσωσε. Η βάρκα την όργωσε μ'έχρι τη μέση και μετά κόλλησε. Ανακαλύπτοντας ότι ήμασταν πάλι σε θέση να κινηθούμε κατά βούληση, αντί να μας ταρακουνάνε και να μας χτυπάνε δεξιά κι αριστερά σα μιζέλια σε σακούλα, συρθήκσμε μπροστά και κόψαμε το πανί.

Είχαμε χορτάσει από ιστιοπλοία. Δε θέλαμε να το παρακάνουμε και να το μπουχτίσουμε το άθλημα. Είχαμε κάνει μια ιστιοδρομία - μια καλή, χορταστική, συναρπαστική, ενδιαφέρουσα ιστιοδρομία - και τώρα σκεφτήκαμε να κωπηλατήσουμε λιγάκι, έτσιγια ποικιλία. Πήραμε τα κουπιά και προσπαθήσαμε να ξεκολλήοσυμε τη βάρκα από τη λάσπη και στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας μας έσπασε το ένα κουπί. Μετά από αυτό συνεχίσαμε με μεγαλύτερη προσοχή, αλλά τα κουπιά ήταν σε άθλια κατάσταση και τα δύο και το δεύτερο έσπασε ευκολότερα κι από το πρώτο και μας άφησε αβοήθητους.

Η λάσπη απλώνονταν γύρω στα εκατό μέτρα μπροστά μας και πίσω μας ήταν το νερό. Το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμςε ήταν να κάθίσουμε και να περιμένουμε μήπως περάσει κανείς από εκεί.

Δεν ήταν από τις μέρες που προσελκύουν πολύ κόσμο στο ποτάμι και πέρασα τρεις ώρες τουλάχιστον μέχρι να δούμε ψυχή. Ήταν ένας γέρος ψαράς που με τρομερή δυσκολία μας έσωσε τελικά και μας ρυμούλκησε με ατιμωτικο τρόπο μέχρι το ρεμέτζο.

Κάτι το φιλοδώρημα στον άνθρωπο που μας είχε γυρίσει πίσω, κάτι το αντίτιμο των σπασμένων κουπιών, κάτι το νοίκι της βάρκας για τις τεσσεράμισι ώρες, αυτή η ιστιοπλοία μας κόστισε το χαρτζιλίκι πολλών εβδομάδων. Αλλά κερδίσαμε σε επμειρία και λένε ότι αυτή όσο κι αν την πληρώσεις, πάλι φτηνά σου έρχεται.

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Ο Τζωρτζ έλεγε ότι σκεφτόταν πολύ συχνά να στραφεί στη σχεδία για ποικιλία. Αλλά και το σταλίκι δεν ειναι τόσο εύκολο όσο δείχνει. Όπως και στην κωπηλασία, γρήγορα μαθαίνεις πως να το χειρίζεσαι και να προχωράει η σχεδία, αλλά θέλει πολύ πολύ εξάσκηση πριν μπορέσεις να το κάνεις με κάποια αξιοπρέπεια και χωρίς να γεμίζει νερά το μανίκι σου.

Κάποιος νεαρός που γνώριζα είχε πάθει ένα πολύ θλιβερό ατύχημα την πρώτη φορά που βγήκαμε με τη σχεδία. Τα πήγαινε τόσο καλά, που είχε αρχίσει να παίρνει θέρρος και περπατούσε πάνω κάτω στη σχδία δουλεύοας το σταλίκι με μια αφρόντιστη χάρη που ήταν χάρμα οφθαλμών. Προσωρούσε ως το μπροστινό μέρος της σχεδίας και κάρφωνε το κοντάρι του και μετά έτρεχε προς την άλλη άκρη, σαν έμπειρος σταλικιτζής. Α! Ήταν υπέροχα.

Και θα συνέχιζε να είναι υπέροχα αν, δυστυχώς, και ενώ κοίταζε ολόγυρα για να απολάυσει τη θέα, δεν είχε κάνει ένα παραπάνω βήμα από όσα ήταν αναγκάια και δεν είχε πατήσει έξω από τη σχεδία. Το σταλίκι έμεινε στέρεα καρφωμένο στη λάσπη κι εκείνος βρέθηκε κρεμασμένος εκεί, ενώ η σχεδία απομακρύνθηκε ακυβέρνητη. Η στάση που είχε πάρει ήταν τελείως γελοία. Ένα αγενέσταο αγόρι από την όχθη φώναξε αμέσως σ' ένα φιλαράκο του που είχε μείνει πίσω να "τρέξει γρήγορα για να δει μια μαιμού σε ένα παλούκι".

Εγώ δεν μπορούσα να τον βοηθήσω γιατί, για κακή μας τύχη, δεν είχαμε πάρει μαζί μας δεύτερο σταλίκι. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να κάθομαι κα να τον κοιτάζω. Ποτέ δε θα ξεχάσω την έκφρασή του, καθώς το σταλίκι βυθιόταν μαζί του' έκλεινε τόση πολλή σκέψη μέσα της.

Τον κοίταξα να βουλιάζει απαλά στο νερό και μετά να βγαίνει έξω, λυπημένοπς και βρεγμένος. Δεν μποεσα να συγκρατήσω τα γέλια μου, τόσο αστείος ήταν. Συνέχισα να χαζογελάω μόνος μου για κάμποση ώρα και μετά αντελήφθην ξαφνικά όπτι δεν είχα και πολλόυς λόγους για να γελάω. Βρισκόμουν μόνος πάνω σε μια σχεδία, χωρίς ταλίκι, και παρασυρόμουν αβοήθητος στη μέση του ρεύματος - πιθανότατα προς κάποιο φράγμα. Άρχισα να νοιώθω πολύ αγανακτισμένος με το φίλο μου που αποβιβάστηκε με τη σχεδία και με εγκατέλειψε τόσο άσπλαχνα. Στο κάτω κάτω, θα μπορούσε να μου είχε αφήσει το σταλίκι.

Συνέχισα να παρασύρομαι από το ρεύμα γισ κανένα τέταρτο του μιλίου και μετά διέκριναμια ψαράδικη σχεδία αραγμένη στη μέση του ρεύματος, που κάθονταν δυο γέροι ψαράδες. Με είδαν να έρχομαι με φόρα καταπάνω τους και μου φώναξαν ν' αλλάξω πορεία.

"Δεν μπορώ", τους φώναξα.

"Μα δεν προσπαθείς", απάντησαν.

Τους εξήγησα το ζήτημα όταν πλησίασα κι εκείνι με μάζεψαν και μου δάνεισαν ένα σταλίκι. Το φράγμα ήταν μόλις πενήντα μέτρα πιο κάτω. Δεν ξέρετε πο χάρηκα που έτυχε να βρίσκονται εκεί.

Την πρώτη φορά που πήγα για σταλίκι ήμουν παρέα με άλλους τρεις φόλους, που θα μου έδειχναν και την τέχνη. Δεν μπορούσαμε να ξεκινήσουμε όλοι μαζί, έτσι εγώ είπα ότι θα κατέβαινα πρώτος και θα έβγαζα έξω τη σχεδία, ώστε να εξασκηθώ λίγο μέχρι να έρθουν.

Δεν μπόρεσα να βρω σχεδία εκείνο το απόγευμα, όταν τράβηξε την προσοχή μου ένα άντρας σε μια σχεδία που, όπως παρατήρησα με κάποια έκπληξη, φορούσε σακάκι και κασκέτο ολόιδια με τα δικά μου. ήταν προφανώς αρχάριος στο άθλημα και οι επιδόσεος του είχαν πολύ ενδιαφέρον. Ποτέ δεν ήξερες τι θα συνέβαινε όταν έβαζε το σταλίκι στο νερό' προφανώς δεν το γνώριζε ούτε ο ίδιος. Μερικές φορές πήγαινε κόντρα στο ρεύμα και μερικές φορές με το ρεύμα και άλλες φορές απλώς γύριζε γύρω γύρω ακι η σχεδία γύριζε από την άλλη μεριά του σταλικιού. Ότι απ' αυτά και να γινόταν, εκείνος έδειχνε να εκπλήσσεται και να εκνευρίζεται.

Οι άλλοι στο ποτάμι άρχισαν να του αφιερώνουν σιγά σιγά την προσοχή τους και να στοιχιματίζουν μεταξύ τους για το αποτέλεσμα της επόμενης προσπάθειάς του.

Μετά από λίγο, κατέφθασαν στην απέναντι όχθη οι φίλοι μου και σταμάτησαν κι εκείνοι και τον χάζευαν. Η πλάτη του ήταν γυρισμένη προς το μέρος τους και έβλεπαν μόνο το σακάκι και το κασκέτο του. Από αυτά συμπέραναν αμέσως ότι επρόκειτο για μένα, τον αγαπημένο τους φίλο που είχε γίενι θέαμα, και το κέφι τους ανέβηκε κατακόρυφα. Άρχισαν να τον πειράζουν ανελέητα.

Εγώ στην αρχή δεν κατάλαβα το λάθος τους ακι σκέφτηκα, τι αγενές εκ μέρους τους να τα βάζουν έτσι με έναν άγνωστο! Αλλά πρινπρολάβω να τους φωνάξω κάποια επίπληξη, συνειδητοποίησα την εξήγηση της συμπεριφοράες τους και κρύφτηακ πίσω από ένα δέντρο.

Ω, πόσο διασκέδαζαν γελοιοποιώντας εκείνον τον νεαρό! Πέντε ολόκληρα λεπτά στέκονταν εκεί και του φώναζαν καλαμπούρια, τον κορίοδευαν, τον δούλευαν, τον έκαναν ρεζίλι. Τον έλουζαν με μπαγιάτικα αστεία, μέχρι που ανακάλυψαν και μερικά καινούρια και του τα πέταξαν κι αυτά. Του ούρλιαζαν όλα τα ιδιωτικά, οικογενειακά αστεία της παρές μας, που για εκείνον θα έπρεπε να ήταν εντελώς ακατανόητα. Και μετά, όταν δεν άντεχε πια ν' ακούει τα βάρβαρτα πειράγνατά τυις, γύρισε να τους αντικρίσει κι εκείνοι είδαν το πρόσωπό του!

Χάρηκα που παρατήρησα ότι τους είχε μείνει ακομα αρκέτη αξιοπρέπεια ώστε να πάρουν εντελώς ηλίθιο ύφος. Του εξήγησαν ότι νόμιζαν πως ήταν κάποιος γνωστός τους. Του είπαν ότι ήλπιζαν να μη τους θεωρούσε ικανούς να προσβάλλουν τόσο βάναυσα κάποιον που δεν ήταν προσωπικός τους φίλος.

Φυσικά, το γεγονός ότι τον είχαν περάσει για κάποιον φίλο τους διασκέδαζε τις εντυπώσεις. Θυμάμαι τον Χάρις που μου έλεγε κάποτε για μια κολυμβιτική του εμπειρία. Κολυμπούσε κάπου εκεί κοντά στην παραλία, όταν ένιωσε ξαφνικά να τον αρπάζουν από τον λαμό πίσω και του βουτάνε δια της βία το κεφάλι στο νερό. Πάλεψε άγρια, αλλά αυτός που τον είχε πιάσει έμοιαζε του Ηρακλή στη δύναμη και όλες οι προσπάθειες του Χάρις να ξεφύγει υπήρξαν μάταιες. Είχα πάψει να κλωτσάει και προσπαθούσε να στρέψει τις σκέψεις του σε κατανυκτικές ιδέες, όταν ο επιτιθέμενος τον άφησε ελεύθερο.

Ξαναπάτησε στα πόδια του και γύρισε να κοιτάξει τον επίδιξο δολοφόνο του. Ο εγκληματίας στεκόταν δίπλα του και του γελούσε εγκάρδια, αλλά μόλις είδε το πρόσωπου του Χάρις την ώρα που έβγαινε από το νερό, τινάχτηκε και πήρε πολύ ανήσυχο ύφος.

"Ζητώ ταπεινά συγγνώμην" τραύλισε ταραγμένος, "αλλά σας πέρασα για κάποιο φίλο μου!".

Ο Χάρις σκέφτηκε ότι ήταν πολύ τυχερός που δεν τον είχε περάσει για κάποιο συγγενή του, αλλιώ κατά πάσα βεβαιότητα θα ήταν ήδη μακαρίτης.

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

αγαπάτε για να σας αγαπούν.

ΤΑ ΖΩΑ.

Ποτέ δε θα πειράξω
τα ζώα τα καημένα·
μην τάχα σαν εμένα,
κι εκείνα δεν πονούν;
Θα τα χαϊδεύω πάντα,
προστάτης τους θα γίνω.
Ποτέ δεν θα τ’ αφήνω
στους δρόμους να πεινούν.

Aν δεν μιλούν κι εκείνα
κι ο λόγος αν τους λείπει,
μήπως δεν νιώθουν λύπη,
δεν νιώθουν και χαρά;
Μήπως καρδιά δεν έχουν,
στα στήθη τους κρυμμένη,
που τη χαρά προσμένει
κι αγάπη λαχταρά;

Aκόμα κι όταν βλέπω
πως τα παιδεύουν άλλοι,
εγώ θα τρέχω πάλι
με θάρρος σταθερό,
θα προσπαθώ με χάδια
τον πόνο τους να γιάνω,
κι ό,τι μπορώ θα κάνω
να τα παρηγορώ.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ
μια μέρα για όλα τα ζωντανά.
αυτά που έχουν την τιμητική τους όμως είναι τα κουνουπάκια που αν κι Οκτώβρης είναι απτόητα.
Το φιδάκι καίει πρωί μεσημέρι και βράδυ μπας και καμφθεί ο υπέρμετρος ζήλος τους!
Χρόνια πολλά κουνουπάκια και σε όλα τα άλλα ζωάκια.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Ο Τζωρτζ δεν είχε πλησιάσει ποτέ του στο νερό μέχρι τα 16. Μετά, εκείνος με άλλους οχτώ κυρίους περίπου της ιδίας ηλικίας κατέβηκα εν σώματι στο Κιου μια Κυριακή, με την πρόθεση να νοικιάσουν εκεί μια βάρκα για να πάνε μέχρι το Ρίτσοντ και να ξαναγυρίσουν. Ένας από αυτούς, ένα πεισματάρικο αγόρι ονόματι Τζόσκινς που είχε μια δυο φορές πάρει μαι βάρκα στο Σέρπεντάιν, τους είπε ότι η βαρκάδα είχε πολύ πλάκα!

Το ρεύμα ήταν πολύ δυνατό όταν φτάσανε στην αποβάθρα και ένας κρύος αέρας φυσούσε πάνω από το ποτάμι, αλά αυτό δεν τους ενοχλούσε καθόλου και βάλθηκαν να διαλέξουν βάρκα.

Υπήρχε μια αγωνιστική οχτάκωπος, τραβηγμένη στην αποβάθρα' αυτή ήταν που τους γυάλισε. Είπαν ότι θα έπαιρναν εκείνη, παρακαλώ. Ο βαρκάρης έλειπε και στο μαγαζί είχε μείνει μόνο ο βοηθός του. Το αγόρι προσπάησε να μετριάσει τον ενθουσιασμό τους για την οχτάκωπο και τους έδειξε δυο πιο οικογενειακές βάρκες, που έδειχναν και πολύ πιο άνετες, αλλά εκείνες καθόλου δεν τους έκαναν' πίστευαν ότι μέσα στην οχτάκωπο θα φάνταζαν πολύ πιο εντυπωσιακοί.

Έτσι λοιπόν το αγόρι την έριξε στο νερό κι εκείνοι έβγαλαν τα παλτά τους κι ετοιμάστηκαν να πάρουν θέσεις. Το παιδί πρότεινε ο Τζωρτζ, που ακόμα κι εκείνη την εποχή ήταν πάντα ο βαρύτερος της παρέας, να είναι ο υπ' αριθμόν 4. Ο Τζωρτζ είπε ότι πολύ θα χαιρόταν να είναι ο υπ' αριθμόν 4 και μπήκε προς την πλώρη και κάθισε με τη ράχη στραμμένη προς την πρύμη.  Τελικά τον έβαλαν σωστά στη θέση του κα οι άλλοιακολούθησαν.

Ένα ιδιαίτερα νευρικό αγόρι χρήστικε πηδαλιούχος και ο Τζόσκνς του εξήγησε τις αρχές της κωπηλασίας. Ο ίδιος ο Τζόσκινς ανέλαβε α δίνει το ρυθμό. Είπε στους άλλου ότι ηταν πολύ απλό: το μόνο που είχαν να κάνουν ήταν να τον ακολουθούν.

Είπαν ότι ήταν έτομοι και το αγόρι στην αποβάθρα πήρε ένα καμάκι και τους έσπρωξε να φύγουν.

Αυτό που ακολούθησε ο Τζωρτζ είναι ανίκανος να του περιγράψει λεπτομερώς. Θυμάται ακαθόριστα ότι έφαγε ένα δυνατό χτύπημα στη μέση της πλάτης του από τη λαβή του κουπιού του υπ' αιθμόν 5, ενώ ταυτόχρονά το κάθισμα του φάνηκε να εξαφανίζεται από κάτω του ως δια μαγείας και να τον αφήνει να κάθεται στις σανίδες. Σημειωσε επίσης ως περίεργο το γεγονός ότι την ίδια στγμή ο υπ' αριθμόν 2 ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα στον πάτο της βάρκας, με τα πόδια στον αέρα, προφανώς σε επιληπτική κρίση.

Πέρασαν κάτω από την γέφυρα Κιου με τις πάντες και με ταχύτητα 8 μιλίων την ώρα, αφού ο Τζόσκινς ήταν ο μόνος που κωπηλατούσε. Ο Τζωρτζ, όταν ξανβρήκε το κάθισμά του, προσπάθησε να τον βοηθήσει, αλλά μόλις βούτηξε το κουπί του στο νερό, αυτό εξαφανίστηκε αμέσως κάτω από τη βάρκα, προς μεγάλη του έκπληξη, και κόντεψε να πάρει και αυτόν μαζί.

Και ο "πηδαλιούχος" έριξε και τα δυο σκοινιά του πηδαλίου κι έβαλε τα κλάματα.

Ποτέ δεν κατάλαβε ο Τζωρτζ πώς ακριβώς γύρισε πίσω, αλλά τους πήρε μόνο σαράντα λεπτά. Πυκνό πλήθος παρακολουθούσε το θέαμα από τη εφυρα Κιου με μεγάλο ενδιαφέρον και όλοι τους φόνααν διάφορες οδηγίες. Τρεις φορές κατάφεραν να ξαναπεράσουν τη βάρκα κάτω από την αψίδα και τρεις φορές παρασύρθηκαν ξανά από το ρεύμα, και κάθε φορά που ο "πηδαλιούχος" σήκωνε το κεφάλι και έβλεπε τη γέφυρα από πάνω του, ξανάβαζε τα κλάματα.

Ο Τζωρτζ είπε ότι εκείνο το απόγευμα ούτε που του είχε περάσει από το μυαλό ότι θα έφτανε ποτέ στο σηεμίο να απολαμβάνει την κωπηλασία.

Ο Χάρις είναι πιο συνηθισμένος να τραβάει κουπί στη θάλασσα παρά στο ποτάμι και υποστηρίζει ότι ως άσκηση το προτιμά. Εγώ όχι. Θυμάμαι που είχα πάρει μια μικρή βάρκα ανοιχτά του Ήστμπορν το περασμένο καλοκαίρι. Συνήθιζα να κωπηλατώ πολύ στη θάλασσα πριν από αρκετά χρόνια και φαντάστηκα ότι όλα θα πήγαιναν καλά' αλλά ανακάλυψα ότι είχα ξεχάσει την τέχνη εντελώς. Όταν το ένα κουπί βυθιζόταν για τα καλά στο νερό, το άλλο σηκωνόταν ανεξέλεγκτα στον αέρα.

Για να βυθίσω και τα δύο στο νερό ταυτόχρονα, αναγκάστηκα να σηκωθώ όρθιος. Η παραλία ήταν γεμάτη ευγενείς και αριστοκράτες κι εγώ αναγκάστηκα να περάσω από μπροστά τους μ' αυτόν τον γελοίο τρόπο. Έβγαλα τη βάρκα στην παραλία στα μισά της διαδρομής και εξασφάλισα τις υπηρεσίες ενός γέρου βαρκάρη για να με φέρει πίσω.

Μου αρέσει να παρακολουθώ ένα γέρο βερκάρη να κωπηλατεί, ειδικά όταν τον έχεις νοικιάσει με την ώρα. Υπάρχει κάτι τόσο υπέροχα γαλήνιο και ήρεμο στη μέθοδό του. Είναι τόσο απαλλαγένη από το πιεστικό άγχος, από αυτήν τη έντονη προσπάθεια που καθημερινώς γίνεται όλο και περισσότερο η κατάρα της ζωής του δέκατου ένατου αιώνα. Δε σκοτώνεται στην προσπάθεια να προσπεράσει τις άλλες βάρκες. Αν μια άλλη βάρκα τον φτάσει και τον περάσει, καθόλου δεν ενοχλείται' για την ακρίβεια, τον φτάνουν και τον προσπερνούν όλες οι βάρκες -όλς όσες πηγαίνουν στην ίδια κατέθυνση μ' αυτόν του λάχιστον. Αυτό θα εκνεύριζε και θα ενοχλούσε τους περισσότερους' η ανυπέρβλητη ηρεμία του νοικιασμένου βαρκάρη μπροστά στη δοκιμασία μάς προσφέρει ένα ωραίο μάθημα κατά της φιλοδοξίας και της υπεροψίας.

η απλή, πρακτική κωπηλασία του είδους να - προχωράει - η - βάρκα δε είναι πολύ δύσκολη τέχνη, αλλά ένα άντρας χρειάζεται πολλή εξάσκηση πριν νοιώσει την άνεση να κωπηλατεί μπροστά δε κορίτσια. Ο συχρονίσμος είναι που παιδεύει τον αρχάριο. "Πολύ περίεργο", λέει καθώς για εικοστή φορά μέσα σε πέντε λεπτά ξεμπερδεύει το κουπί του από το δικό σου' "τα καταφέρνω μια χαρά όταν είμαι μόνος μου" .

Είναι τρομερά διασκεδαστικό να βλέπεις δύο αρχάριους να προσπαθούν να συγχρονιστούν μεταξύ τους. Ο νπροστινός το βρίσκει αδύνατον να συγχρονιστεί με τον πισινό, γιατί ο πισινός τραβάει κουπί με πολύ περίεργο τρόπο. Ο πισινός αγανακτεί τρομερά με αυτήν την παρατήρηση και εξηγεί ότι αυτό που προσπαθεί να κάνει τα τελευταία δέκα λεπτά είναι να προσαρμόσει τη μέθοδό του στις περιορισμένες δυνατότητες του μπροστινού. Ο μπροστινός θίγεται κι αυτός με τη σειρά του και ζητάει από τον πισινό να μην σκοτίζεται για εκείνον ( τον μπροστινό) αλλά να αφιερώσει την προσοχή του στο να τραβάει κουπί μα λογικό τρόπο.

"Μήπως θέλεις να καθίσω εγώ πίσω; " ρωτάει, έχοντας προφανώς την εντύπωση ότι με αυον τον τρόπο θα διορθώνονταν όλα.

Τσαλαβουτάνε για άλλα εκατό μέτρα με μέτρια επιτυχία και μετά ο πισινός συλλαμβάνει τη λύση του προβλήματός τους σε μια ξαφνική έμπνευση.

"Κατάλαβα τί τρέχει: έχεις πάρει τα δικά μου κουπιά", φωνάζει, γυρνόντας στον μπροστινό. "Δώσε μου τα δικά σου".

"Λοιπόν καλά λες, κι εγω αναρωτιόμουνα γιατί δεν τα πήγαινα καλά με αυτά εδώ", απαντάει ο μπροστινός με αναπτερωμένο το ηθικό και συμφωνεί πολύ πρόθυμα με την ανταλλαγή. "Τώρα θα είμαστε εντάξει".

Αλλά δεν είναι - ούτε τώρα. Ο πισινός αναγκάζεται ν' απλώνει τα χέρια του μέχρι ξεμασχλιάσματος για να φτασει τα κουπιά' ενώ το ζευγάρι του μπροστινού, σε κάθε επαναφορά, τον χτυπάει με δύναμη στο στήθος. Έτσι λοιπόν αλλάζουν ξανά και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος τους είχε δώσει εντελώς λάθος κουπιά' και κατηγορώντας από κοινού αυτόν τον άνιρωπο, συμφιλιώννται γρήγορα μεταξύ τους.

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Λύσαμε την τρέχουσα διαφωνία κανονίζοντας να κάνουν κουπί ο Τζωρτζ και ο Χάρις μέχρι να περάσουμε το Ρήντινγκ κι εγώ να τραβήξω τη βάρκα από εκεί. Η ρυμούλκηση μια βαρειάς βάρκας κόντρα στο ρεύμα τώρα πια δε με ενθουσιάζει. Υπήρχε μια εποχή, πολύ παλιά, που συνήθιζα να διεκδικώ τις βαρειές δουλειές' τώρα θέλω να δίνω μια ευκαιρία και στους νέους.

Έχω παρατηρήσει ότι οι περισσότεροι παλιοί ναυτικοί στο ποτάμι δείχνουν εξίσου υποχωρητικοί όποτε επίκειται ζόρικη δουλειά. Μπορείς να καταλάβεις τον παλιό ναυτικό του ποταμιού από τον τρόπο που ξαπλώνει στα μαξιλάρια στον πάτο της βάρκας και ενθαρρύνει τους κωπηλάτες λέγοντάς τους ανέκδοτα για τα λαμπρά κατορθώματα που έφερε σε πέρας την προηγούμενη κωπηλατική περίοδο.

"Νομίζετε ότι αυτό που κάνετε είναι δύσκολη δουλειά;" λέει αργά, ανάμεσα σε δύο απολαυστικές ρουφηξιές, απευθυνόμενος στου δύο καταϊδρωμένους νεοφώτιστους που τραβάνε κουπί σταθερά κόντρα στο ρεύμα την τελευταία μιάμιση ώρα περίπου. " Πέρσι λοιπόν, ο Τζιμ Μπιφλς και ο Τζακ κι εγώ ανεβάσαμε τη βάρκα από το Μάρλοου ως το Γκέρινγκ σε ένα απόγευμα -δεν κάναμε ούτε μια στάση -θυμάσαι,Τζακ; "

Ο Τζακ, που είχε φτιάξει για τον εαυτούλη του ένα αυτοσχέδιο κρεβάτι στην πλώρη με όσα παλτά και κουβέρτες μπόρεσε να μαζέψει και κοιμάται ξαπλωμένος εκεί τις τελευταίες δυο ώρες, ξυπνά για λίγο επειδή του απεύθυναν το λόγο και θυμάται όλο το περιστατικό' θυμάται επίσης πως τπ αντίθετο ρεύμα ήταν ασυνήθιστα δυνατό σε όλη τη διαδρομή άσε που φυσούσε και τσουχτερός άνεμος.

"Γύρω στα 34 μίλια θα ήταν, νομίζω", προσθέτει ο πρώτος ομιλητής  ψάχνοντας για ένα ακόμα μαξιλάρι για να βάλει κάτω από το κεφάλι του.

"Όχι - όχι' μην υπερβάλλεις, Τομ" μουρμουρίζει ο Τζακ επιτιμητικά' "33 το πολύ"

Και ο Τζακ και ο Τομ, εντελώς εξαντλημένοι από αυτή την προφορική προσπάθεια το ξαναρίχνουν αμέσως στον ύπνο. Και οι δυο απλοϊκοί νεαροί στα κουπιά αισθάνονται πολύ περήφανοι που τους επιτρέπεται να κωπηλατούν στη θέση τόσο έμπειρων κωπηλατών όσο ο Τζακ και ο Τομ, και βάζουν ακόμα πιο πολύ τα δυνατά τους.

Όταν ήμουν νέος, συνήθιζα ν' ακούω τέτοιες αφηγήσεις από τους μεγαλύτερους  και να τις χάφτω, να τις καταπίνω, να χωνεύω την κάθε τους λέξη και μετά να ζητάω και άλλο' αλλά η νέα γενιά δε φαίνεται να εμφορείται από την απλοϊκή πίστη των παλιών εποχών. Εμείς - ο Τζωρτζ, ο Χάρις κι εγώ πήραμε έναν "φρέσκο" μαζί μας μαι φορά πέρσι και τον βομβαρδίσαμε με τις συνηθισμένες ιστορίες με τα κατορθώματά μας σε όλη τη διαδρομή.

Του είπαμε όλες τις συνηθισμένε ιστορίες - τα δοκιμασμένα ψέματα που έχουν εξυπηρετήσει όλους τους παλιούς ναυτικούς στο ποτάμι χρόνια τώρα - και προσθέσαμε και εφτά εντελώς καινούρια που είχαμε εφεύρει εμείς, συμπεριλαμβανομένης και μιας αρκετά καλής ιστορίας που, μέχρι ενός σημείου, στηριζόταν σε ένα αληθινό επεισόδιο που είχε συμβεί πραγματικά, αν και λίγο διαφοροποιημένο, πριν από μερικά χρόνια σε κάτι φίλους μας - μια ιστορία που ένα απλό παιδί θα μπορούσε να την πιστέψει, χωρίς να θεωρήσει ότι θιγόταν η νοημοσύνη του.

Κι εκείνος ο νεαρός τις κορόιδεψε όλες' άσε που ήθελε να μας βάλει να επαναλαμβάνουμε αυτά τα κατορθώματα επιτόπου, στοιχηματίζοντας 10 προς 1 ότι δεν θα τα καταφέρναμε.

Αυτό το πρωί βαλθήκαμε να συζητάμε για τις κωπηλατικές μας εμπειρίες και να επαναλαμβάνουμε ιστορίες από τις πρώτες μας προσπάθειες στην τέχνη της κωπηλασίας. Η πιο παλιά δική μου κωπηλατική ανάμνηση είναι πέντε από εμάς να βάζουμε από τρεις πένες ο καθένας και να νοικιάζουμε ένα περίεργα κατασκευασμένο σκάφος στη λίμνη του Ρίτζετ Παρκ και αργότερα να στεγνώνουμε τα ρούχα μας στο περίπτερο του φύλακα του πάρκου.

Μετά από αυτό και αφού είχα πλέον αγαπήσει το νερό, είχα κάνει πολλές διαδρομές με σχεδία σε διάφορα γιαπιά της περιοχής, μια δραστηριότητα που σου προσφέρει πολύ περισσότερο ενδιαφέρον και συγκινήσεις από όσο μπορεί να φανταστεί κανείς, ειδικά όταν βρίσκεσαι στη μέση της δεξαμενής και ο ιδιοκτήτης των υλικών από τα οποία έχεις κατασκευάσει τη σχεδία εμφανίζεται ξαφνικά στην όχθη με ένα μεγάλο παλούκι στο χέρι.

Η πρώτη σου αίσθηση μόλις βλέπεις αυτόν τον κύριο είναι ότι, για κάποιο λόγο δεν έχεις διάθεση για παρέα και κουβεντούλα και ότι, αν μπορούσε να το κάνεις χωρίς να θεωρηθείς αγενής, θα προτιμούσε ν' αποφύγεις να τον συναντήσεις. Ο στόχος σου είναι, επομένως, να βγεις στην απέναντι όχθη της δεξαμενής από εκεί που είναι εκείνος και να γυρίσεις σπίτι σου γρήγορα και αθόρυβα, παριστάνοντας ότι δεν το είδες. Αντίθετα, αυτός λαχταράει να σε πιάσει από το χέρι και να ψιθυρίσει δυο κουβέντες στο αυτί.

Φαίνεται ότι γνωρίζει τον πατέρα σου κι εσένα πολύ καλά, αλλά αυτό δε σε ελκύει προς το μέρος του. Λέει ότι θα μάθει εκείνος να παίρνεις τις σανίδες του και να τις κάνεις σχεδία' αλλά, δεδομένου ότι αυτό γνωρίζεις ήδη αρκετά πώς να το κάνεις  η προσφορά  αν  και αναμφίβολα καλοπροαίρετη, μοιάζει περιττή, και διστάζεις να τη δεχτείς και να τον βάλεις σε τζάμπα κόπο.

Η επιμονή του να σε συναντήσει, ωστόσο, δεν κάμπτεται από τη δική σου ψυχρότητα και ο ενεργητικός τρόπος με τον οποίο καιροφυλακτεί δεξιά και αριστερά στη δεξαμενή για να βρεθεί εγκαίρως στο σημείο όπου θα αποβιβαστείς και να σε χαιρετίσει είναι πραγματικά πολύ κολακευτικός.

Έτσι και είναι κάπως παχουλός και κοντούλης από κατασκευής, μπορείς εύκολα ν' αποφύγεις τις προθέσεις του' έτσι όμως κι είναι από εκείνους του νέους και μακρυπόδαρους τύπους, η συνάντηση είναι αναπόφευκτη. Η συζήτηση ωστόσο αποδεικνύεται εξαιρετικά σύντομη, αφού το μεγαλύτερό της μέρος το διεκπεραιώνει εκείνος και οι δικές παρατηρήσεις συνίστανται ως εί το πλείστον σε επιφωνήματα και μονοσύλλαβες λέξεις και, μόλις καταφέρνεις να ξεμπλέξεις, απομακρύνεσαι.

Αφιέρωσα περί τους τρεις μήνες στις σχεδίες και αφού είχα γίνει πια όσο επιδέξιος χρειάζεται να είναι κανείς σ' αυτόν τον τομέα της κωπηλατικής τέχνης, αποφάσισα να συνεχίσω με κανονική κωπηλασία και γράφτηκα σε ένα από τους κωπηλατικούς ομίλους του Λη.

Έτσι και βγεις με βάρκα στον ποταμό Λη, ιδίως Σάββατο απόγευμα  πολύ σύντομα γίνεσαι ειδικός στο χειρισμό ενός σκάφους και αποκτάς την απαραίτητη ετοιμότητα για να γλιτώνεις την προσάραξη στα ρηχά και τη σύγκριση με τις μαούνες' και σου δίνει και πολλές ευκαιρίες για να αποκτήσεις την πιο γρήγορη και χαριτωμένη μέθοδο να ξαπλώνεις ανάσκελα στη βάρκα για να μη σε ρίξουν στο ποτάμι περαστικοί κάβοι ρυμούλκησης.

Αλλά δε σου δίνει στυλ. Μόνο όταν βγήκα στον Τάμεση απέκτησα στυλ. Το κωπηλατικό μου στυλ σήμερα θαυμάζεται από πολλούς. Ο κόσμος λέει ότι είναι πολύ γραφικό.